Η νέα κυβέρνηση Νετανιάχου μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Τουρκίας
ΤΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΥ*
Καθίσταται ολοένα σαφέστερο ότι τα υπουργεία Εξωτερικών, Άμυνας και Ενέργειας, που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την μελλοντική πορεία των σχέσεων Ισραήλ-Ελλάδας-Κύπρου, θα παραμείνουν υπό τον απόλυτο έλεγχο του κόμματος Λικούντ υπό τον Βενιαμίν Νετανιάχου.
Πρόκειται για μία εξέλιξη θετική, αφού Αθήνα και Λευκωσία θα συνδιαλέγονται με γνώριμους ισραηλινούς επιτελείς. Ωστόσο, τίποτα δεν προλέγει ότι η βελτίωση των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας θα σταματήσει. Αντιστοίχως, ούτε η Τουρκία δεν πρέπει να περιμένει ότι θα αναιρεθούν τα γενναία βήματα προσέγγισης Ισραήλ-Ελλάδας-Κύπρου σε στρατιωτικό και ενεργειακό επίπεδο. Η ισραηλινή πολιτική κουλτούρα έχει αποδείξει ποικιλοτρόπως ότι βασικές επιλογές στην εξωτερική πολιτική της χώρας δεν αναιρούνται επειδή μία νέα κυβέρνηση ήρθε στην εξουσία. Ως εκ τούτου, η ψυχραιμία που επιδεικνύουν Αθήνα και Λευκωσία ως προς την πρόσφατη εξομάλυνση των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων δικαιολογείται απόλυτα.
Η ισραηλινή πλευρά επιδιώκει περιφερειακές συνεργασίες à la carte. Η Ιερουσαλήμ θεωρεί ότι η Τουρκία μπορεί να εξυπηρετήσει τις ισραηλινές επιδιώξεις στη Συρία (με μια πιθανή χερσαία επιχείρηση), στο μέτωπο με το ριζοσπαστικό Ισλάμ (με την ήδη επιτευχθείσα σταδιακή απομάκρυνση του Ερντογάν από την οργάνωση Χαμάς), στην διατήρηση διαύλων επικοινωνίας με τη Μόσχα (και εμμέσως με την Τεχεράνη), αλλά και με την ολοένα βελτίωση των σχέσεων της Άγκυρας με το περιβάλλον του Παλαιστινίου Προέδρου, Μαχμούντ Αμπάς (προς αποφυγή πρόσθετων εθνοθρησκευτικών εντάσεων στην Δυτική Όχθη και στην Ανατολική Ιερουσαλήμ). Ούτως ή άλλως, για τη συγκεκριμένη δέσμη προβλημάτων, Αθήνα και Λευκωσία πολύ λίγα μπορούν να προσφέρουν στους Ισραηλινούς.
Από την άλλη, Ελλάδα και Κύπρος είναι σε θέση να καλλιεργήσουν επωφελείς διαύλους επικοινωνίας μεταξύ Ισραήλ και ΕΕ, τόσο ως προς τις τρέχουσες ενεργειακές συμπράξεις, όσο και ως προς την διατήρηση της δυτικότροπης εικόνας του Ισραήλ στο εξωτερικό. Το δεύτερο αυτό ζήτημα αναμένεται να απασχολήσει σημαντικά την νέα κυβέρνηση Νετανιάχου, ο οποίος έχει αντιληφθεί ότι η υπουργοποίηση ακραίων εθνοθρησκευτικών φωνών προβληματίζει έντονα το Στέητ Ντηπάρτμεντ και τις Βρυξέλλες, που θέτουν σοβαρά ερωτήματα κατά πόσον ο ισραηλινός κοινοβουλευτισμός θα διατηρήσει βασικές εκκοσμικευμένες δυτικές αξίες. Από αυτό το ιδιαίτερα λεπτό θέμα εξαρτώνται πολλά και σε αντίθεση με την Ελλάδα και την Κύπρο, η σημερινή Τουρκία εκ των πραγμάτων δεν είναι σε θέση να ενισχύσει σε τίποτα την προσπάθεια του Ισραήλ να πείσει περί του αντιθέτου.
Αυτήν την ανάγκη άλλωστε καταδεικνύει η φημολογούμενη επιλογή του αμερικανοτραφέντος ισραηλινού διπλωμάτη Ρον Ντέρμερ που προορίζεται για Υπουργός Εξωτερικών, έχοντας διατελέσει πρέσβης του Ισραήλ στην Ουάσιγκτον από το 2013 έως το 2021.
Πρόγευση των δύσκολων συσχετισμών που καλείται να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση Νετανιάχου σε διεθνές επίπεδο αποτέλεσε η ψηφοφορία της 11/11/2022 στην 4η Επιτροπή της Γ.Σ. του ΟΗΕ, με τη συντριπτική αποδοχή της παλαιστινιακής πρότασης ψηφίσματος να ζητηθεί γνωμάτευση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης κατά πόσον η παρατεταμένη παρουσία του Ισραήλ στην Δυτική Όχθη συνιστά παράνομη de facto προσάρτηση.
Σε αντίθεση με την Τουρκία, που υπερψήφισε την παλαιστινιακή πρωτοβουλία, Ελλάδα και Κύπρος εξυπηρέτησαν την ισραηλινή διπλωματία, επιλέγοντας ψήφο αποχής. Αφ’ ενός η Ελλάδα δεν ήθελε να δυσαρεστήσει την ισραηλινή πλευρά και αφ’ ετέρου η Κύπρος εξέλαβε την πρωτοβουλία των Παλαιστινίων ως μία προσπάθεια εκτροπής από το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ – προσπάθεια αντίστοιχη με την πρόσφατη επιλογή της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων να προβάλουν επίμονα την λύση των ‘δύο κρατών’, επιδιώκοντας να εκτρέψουν την κυπριακή διαφορά από το υπάρχον πλαίσιο διαπραγμάτευσης.
Τροφή για σκέψη σε Αθήνα και Λευκωσία.
*Ο δρ. Γαβριήλ Χαρίτος είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ και του ισραηλινού Ινστιτούτου Μπεν-Γκουριόν.
Δημοσιεύτηκε: ΤΑ ΝΕΑ 26/11/2022