Εφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών ο γνωστός συγγραφέας, μεταφραστής και κριτικός θεάτρου, Κώστας Γεωργουσόπουλος, όπως έγινε γνωστό σήμερα Σάββατο.
Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή ο αδελφός του, Βασίλης, με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γράφοντας: «Αδερφέ, συνάδελφε, φίλε, καλό Παράδεισο! Αδελφέ, εμείς τα αδέλφια σου, τα ανίψια σου, δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ. Άλλοι σε ξέχασαν: Το θέατρο, η Παιδεία, οι συνάδελφοι και οι μαθητές σου δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ! Εύα μου, κουράγιο…».
Ποιος ήταν ο Κώστας Γεωργουσόπουλος
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος γεννήθηκε στη Λαμία το 1937. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Τμήμα Ιστορίας – Αρχαιολογίας, και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών με δασκάλους του τους Δημήτρη Ροντήρη και Γιάννη Σιδέρη. Εργάστηκε στην ιδιωτική και δημόσια εκπαίδευση.
Το 1978 ανέλαβε, κατόπιν ανάθεσης του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, την επιμέλεια του βιβλίου Δραματική ποίηση, που αποτέλεσε επί 25 χρόνια διδακτέα ύλη στα ελληνικά Γυμνάσια. Από το 2003 ήταν πρόεδρος του Κέντρου Μελέτης και Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου – Θεατρικού Μουσείου.
Το 2008 τού απενεμήθη το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του. Επίσης, το 2006 το Πανεπιστήμιο Αθηνών, μετά από πρωτοβουλία του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών, τον αναγόρευσε επίτιμο διδάκτορά του. Το 1986, για το έργο του «Τα μετά το θέατρο», έλαβε το 1ο Κρατικό Βραβείο δοκιμίου, ενώ για το έργο «Από τον Στρίντμπεργκ και τον Τσέχωφ στον Πιραντέλλο και τον Μπέρτολτ Μπρεχτ» το 1999 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών.
Κριτικά δοκίμια, επιφυλλίδες και σχόλιά του έχουν κυκλοφορήσει στους εξής τόμους: Κλειδιά και κώδικες θεάτρου, Ι, Αρχαίο δράμα, 1982, ΙΙ, Ελληνικό Θέατρο, 1984, Οι πλάγιες ερωτήσεις του Πορφύριου, 1984, Τα μετά το θέατρο, 1985, Προσωπολατρία, 1992, Θίασος Ποικιλιών, 1993, Νήμα της στάθμης, 1996, Παγκόσμιο θέατρο, 1, Από τον Μένανδρο στον Ίψεν, 1998, Παγκόσμιο θέατρο, 2, Από τον Στρίντμπεργκ και τον Τσέχωφ στον Πιραντέλλο και τον Μπρεχτ, 1999, Παγκόσμιο θέατρο, 3, Από τον Μίλλερ στον Μύλλερ, 2000.
Με το ψευδώνυμο Κ. Χ. Μύρης έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «Αμήχανον Τέχνημα», 1971, 1980 (μαζί με την «Παράβαση»), τα διηγήματα «Η Καμπάνα – Οδάξ», 1985, και τη συλλογή τραγουδιών τα οποία έχουν μελοποιήσει γνωστοί συνθέτες (Χρονικό, Η μεγάλη αγρυπνία, Ιθαγένεια, Ανεξάρτητα τραγούδια, 1980). Επίσης, με το ίδιο ψευδώνυμο υπογράφει το μεταφραστικό έργο του, που έχει ως άξονα το αρχαίο δράμα.
ΒΙΝΤΕΟ -ΕΡΤ
Η συνέντευξη στην Πέγκυ Ντόκου
Τον Μάιο του 2026, είχα την τιμή να τον γνωρίσω από κοντά, ευρισκόμενος στην Ρόδο καλεσμένος σε σεμινάρια που έγιναν στο θεατρικό εργαστήρι ‘Μάνος Κατράκης’ και να μου παραχωρήσει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αποκλειστική συνέντευξη, που δημοσιεύτηκε, τότε, στην εφημερίδα ‘δημοκρατική της Ρόδου’. Ανατρέχοντας στο αρχείο, την βρήκα και την αναδημοσιεύω σήμερα με αφορμή τον θάνατό του. Οι απώλειες τέτοιων φωτισμένων ανθρώπων, μόνον θλίψη προκαλούν καθώς, αφήνουν κενά, που είναι πολύ δύσκολο να καλυφτούν. -Πέγκυ Ντόκου
Διαβάστε την συνέντευξη αναλυτικά:
Κ. Γεωργουσόπουλος: «Εμείς οι Ελληνες συνεχίζουμε να κάνουμε τα ίδια λάθη εδώ και 2.500 χρόνια» (8 Μαϊου 2016)
Συνέντευξη στην Πέγκυ Ντόκου
Την πεποίθηση ότι «εμείς οι Έλληνες συνεχίζουμε να κάνουμε τα ίδια λάθη εδώ και 2.500 χρόνια», εξέφρασε σε συνέντευξή του στην «δημοκρατική» ο θεατρολόγος, λογοτέχνης, μεταφραστής και κριτικός θεάτρου κ. Κώστας Γεωργουσόπουλος.
Ο «Νέστορας του Θεάτρου» βρέθηκε στην Ρόδο, καλεσμένος σε σεμινάρια που έγιναν στο θεατρικό εργαστήρι ‘Μάνος Κατράκης’.
Στην συνέντευξη που ακολουθεί, μιλάει για την σημασία της κληρονομιάς του αρχαίου δράματος, για τις παρεμβάσεις στα κείμενα που γίνονται στις σύγχρονες παραστάσεις, αλλά και για την έννοια της Δημοκρατίας την οποία επικαλούμεθα σήμερα, αλλά ουδεμία σχέση έχει με την Δημοκρατία της αρχαίας Ελλάδας.
Η συνέντευξη αναλυτικά:
- Κύριε Γεωργουσόπουλε, μιλήσατε για την σημασία του αρχαίου δράματος. Εκτιμάτε ότι οι σύγχρονοι Έλληνες καταλαβαίνουν την σημασία και την βαρύτητα αυτής της κληρονομιάς;
Οι Έλληνες, δυστυχώς δεν έχουν την ανάλογη εκπαίδευση αλλά ευτυχώς αυτό το έχει αναλάβει το ίδιο το θέατρο να το κάνει. Για μένα είναι πολύ μεγάλο τεκμήριο το γεγονός πως για πολλά χρόνια γεμίζει 8 φορές επί 2 η Επίδαυρος. Αυτό σημαίνει ότι 150.000 άνθρωποι τον χρόνο -μεταξύ αυτών και ξένοι, παρακολουθούν αρχαίο δράμα. Οι ελληνικοί θίασοι «μύησαν» την Ευρώπη στο αρχαίο δράμα, κι αυτό γιατί μέχρι και τον 18ο αιώνα παιζόταν μόνο στα πανεπιστήμια. Ακόμη και σήμερα, το 70% των Άγγλων φιλολόγων μισούν τις παραστάσεις με Αριστοφάνη διότι πιστεύουν ότι αυτό δεν μπορεί να παιχτεί. Τον έβλεπαν πάντα ως κείμενο επειδή ο Αριστοφάνης διέσωσε την καθημερινή γλώσσα των Αθηναίων. Αυτό διέσωσε την κωμωδία. Η τραγωδία και η κωμωδία είναι ένα ‘σωσίβιο’ ταμείου. Όταν ανεβάζουν δράμα, τα θέατρα γεμίζουν. Ο Έλληνας επιλέγει να δει παραστάσεις με διαφορετικές ερμηνείες. Δεν μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι οι Έλληνες είναι «αμύητοι» στο αρχαίο δράμα. Το γνωρίζουν και το αγαπούν.
- Αναφερθήκατε αφενός στις παρεμβάσεις και στις διασκευές που γίνονται στα κείμενα του αρχαίου δράματος και αφετέρου στις παραστάσεις που γίνονται με σύγχρονα κοστούμια. Πόσο επηρεάζουν αυτά την απόδοση του αρχαίου δράματος σήμερα;
Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Τα κοστούμια με τα οποία παιζόταν η αρχαία τραγωδία στην εποχή της, ήταν σύγχρονα της εποχής της. Δεν ήξερε κανένας τι φορούσε ο Οιδίποδας την μυθική εποχή στην οποία αναφέρεται ή ο Προμηθέας Δεσμώτης. Ουσιαστικά ήταν σύγχρονα. Δεν θα μας έβλαπτε λοιπόν η σύγχρονη προσέγγιση. Έχω δει άθλιες παραστάσεις με χιτώνες και έξοχες παραστάσεις με μπλου τζιν! Το πρόβλημα είναι εάν η παράσταση σέβεται το ήθος και την διάνοια του κειμένου. Αυτό που μας ενδιαφέρει σήμερα είναι να προσεγγίσουμε την τραγωδία, αναλογικά.
Ο ήχος της αρχαίας γλώσσας έχει χαθεί για πάντα. Ας μην γελιόμαστε. Άρα, το μεταφράζουμε. Δεν ξέρουμε την όψη –τι έβλεπαν οι αρχαίοι, την μουσική, την όρχηση, τον χορό, τους κώδικες. Συνεπώς πρέπει να τα εφεύρουμε. Ξέρουμε όμως τον μύθο και το ήθος, τους χαρακτήρες και τις ιδέες που εκφράζονται. Εκεί έχω τις διαφωνίες μου. Όταν διαστρεβλώνονται οι χαρακτήρες. Η Αντιγόνη δεν ήταν μια «ακτιβίστρια», όπως την παρουσιάζουν οι Ευρωπαίοι. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλους ήρωες του αρχαίου δράματος.
- Είναι λάθος να λέμε ότι η τραγωδία γεννήθηκε στην Ελλάδα;
Ναι, είναι λάθος. Η τραγωδία γεννήθηκε στην Αττική. Δεν υπήρχαν θέατρα στην υπόλοιπη χώρα, ούτε στην Θήβα, ούτε στα Μέγαρα. Μόνο μέσα στην Αθήνα. Η τραγωδία είναι ένα προϊόν της Δημοκρατίας, ένα σχολειό, ένας θεσμός της Δημοκρατίας. Άνθισε στην Αθήνα. Οι χοροί των τραγωδιών αποτελούνταν από γνήσιους Αθηναίους πολίτες, ειδάλλως δεν επιλέγονταν. Συνεπώς εκπροσωπούσαν την πόλη τους. Και φυσικά ποτέ δεν έπαιξαν γυναίκες μέχρι και τον 12ο αιώνα μ.Χ.
- Πιστεύετε ότι ξένοι λογοτέχνες, όπως ο Σαίξπηρ, επηρεάστηκαν από το αρχαίο δράμα;
Ο Σαίξπηρ δεν την γνώριζε την τραγωδία παρά μόνον μέσω των Ρωμαίων. Δεν παιζόταν άλλωστε στα χρόνια του. Ξεκίνησε να παίζεται μόνον τον 19ο αιώνα. Είναι προϊόν του Ρομαντισμού και παιζόταν δειλά δειλά στα πανεπιστήμια. Άλλωστε οι Ευρωπαίοι δεν μπόρεσαν ποτέ να καταλάβουν τον «χορό». Γι’ αυτό πάντα τον αλλάζουν, τον συρρικνώνουν, τον κάνουν ρόλο ή τον γελοιοποιούν. Από τους ξένους επηρεάστηκαν όσοι είχαν πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
- Κύριε Γεωργουσόπουλε, κατά την άποψή σας, η έννοια της Δημοκρατίας, την οποία επικαλούμεθα σήμερα, έχει σχέση με την Δημοκρατία της αρχαίας Ελλάδας;
Καμία. Ότι μιλάμε σήμερα για έμμεση ή άμεση Δημοκρατία, είναι δεδομένο. Δηλαδή, εμμέσως κυβερνούν κάποιοι εκπρόσωποι που εκλέγονται και αναλαμβάνουν την ευθύνη αυτή για κάποιο χρόνο. Στην αρχαία Ελλάδα, την ευθύνη ανελάμβαναν οι ίδιοι οι πολίτες. Όταν, υποτίθεται, επικαλούνται σήμερα την Δημοκρατία, εννοούν μια αντίληψη η οποία ξεκινάει μετά την Γαλλική Επανάσταση. Είναι μια ‘αστική’ αντίληψη. Το θέμα δεν είναι μόνον η έννοια της Δημοκρατίας, αλλά και η θέση που είχε ο ίδιος ο πολίτης. Σήμερα, προστατεύεται το ιδιωτικό συμφέρον. Εκείνη την εποχή υπήρχε η ιδιότητα του πολίτη μόνον. Ο ίδιος ο Θουκυδίδης έλεγε ότι όποιος δεν μετέχει στα κοινά είναι «αχρείος» (άχρηστος) και «απράγμων».
- Είπατε ότι οι Έλληνες κάνουμε τα ίδια λάθη εδώ και 2.500 χρόνια. Τελικά έχουμε ακριβώς τις ίδιες κακές συνήθειες με τους αρχαίους προγόνους μας;
Ναι, φυσικά. Κάποιος υπερφίαλος Γερμανός μου είπε ότι ‘κάποτε πρέπει να τελειώσετε εσείς οι Έλληνες με την ιδιοκτησία του αρχαίου δράματος. Είναι παγκόσμια κληρονομιά. Δεν σας ανήκει η τραγωδία και η κωμωδία’. Και του είπα ότι είναι δικό μας. Διότι εμείς, εδώ και 2.500 χρόνια κάνουμε τα ίδια λάθη. Όπως οι ήρωες του αρχαίου δράματος. Όμως το ίδιο συμβαίνει και με τους άλλους λαούς. Ο πνευματικός και ηθικός πολιτισμός προχωράει σαν τον κάβουρα. Σε αντίθεση με τον τεχνολογικό πολιτισμό που εξελίσσεται με γεωμετρική πρόοδο. Γι’ αυτό λέμε ότι βρισκόμαστε ακόμη πίσω. Έχουμε τις ίδιες αδυναμίες, τα ίδια μίση, τα ίδια πάθη που είχαμε τότε. Δεν αλλάξαμε πολύ. Αλλάζει η τεχνολογία αλλά όχι οι ανθρώπινες αδυναμίες. Τα 2.500 χρόνια είναι πολύ λίγα για την εξέλιξη των ηθών…