Η σκανδαλολογική δημοσιογραφική πολυλογία που βγάζει εκκωφαντικά τα άπλυτα διασήμων στη φόρα πάντα υπήρχε και θα υπάρχει, επειδή είναι η ηδονοβλεψία και η χαιρεκακία που προκαλεί η αποκάλυψη της παρεκτροπής, του παθήματος του άλλου ένα είδος ανακούφισης, μια μορφή εκτόνωσης, λύτρωσης.
Ομως σε εποχές κρίσης, οικονομικής αλλά και αξιών, το ηδονοβλεπτικό κοινό μεγεθύνεται ραγδαία και οι ειδήσεις – σκουπίδια παράγονται με ταχύτητα οπλοπολυβόλου. Δεν ενδιαφέρουν οι πολιτικές πράξεις του ανδρός ή της γυναικός, αλλά το μπουντουάρ τους. Η ψυχαγωγική ανάλωση προσωπικών ιστοριών, συνήθως ερωτικού έως και πορνογραφικού περιεχομένου, αγγίζει «οροφή», προκαλώντας μια ανησυχητική σύγχυση ανάμεσα στο κουτσομπολιό και στην είδηση, στο περιθώριο και στην κοινωνική σκηνή, στον βούρκο και στην πολιτική πραγματικότητα.
Ομως οι προεκτάσεις αυτού του κάθε άλλο παρά περιθωριακού φαινομένου είναι πολύ πιο βαθιές. Την εποχή της αποθέωσης της επικοινωνίας, συνομιλούμε όλο και λιγότερο επί της ουσίας των πραγμάτων, εθιζόμαστε όλο και περισσότερο στην τιποτολογία, την ανεκδοτολογία, πέφτουμε θύματα της γοητείας του ψευδο-ριάλιτι και του γαργαλιστικού ντοκουμέντου και, τελικά, παγιδευόμαστε σε έναν υπόγειο ολοκληρωτισμό, που ωθεί τους πρωταγωνιστές του δράματος στην απελπισία, στην ηθική εξόντωση, ακόμη και την αυτοκτονία και εμάς τους θεατές στον καθημερινό φασισμό.
Διότι η κλειδαρότρυπα μπορεί να στομώσει τη κρίση, να αφυπνίσει τα πιο ταπεινά ανθρώπινα ένστικτα, να ωθήσει στον μικροαστισμό και τον συντηρητισμό, να εκθρέψει τη μισαλλοδοξία και τον φανατισμό. Μέσα στην «πραγματικότητα» που πλάθει η λασπολογία δεν μοιάζει να χωρούν οι ετερόδοξοι, οι πολιτικοί αντίπαλοι, οι αιρετικοί, οι διαφορετικοί, θέση δείχνει να έχει μόνο μια ενιαία μάζα «ακηλίδωτων» που σκέφτονται και δρουν με τον ίδιο μονοδιάστατο τρόπο· ή πάλι ακολουθούν και εκτελούν τις σκέψεις άλλων σαν να ήταν δικές τους. Μια μάζα ετερο-κατευθυνόμενων, αυτόματα αντιδρώντων, με εξασθενημένες τις δυνάμεις της ατομικής αντίστασης σε ένα δημόσιο βίο συρρικνωμένο σε συζητήσεις γύρω από τα σκανδαλιστικά συμπαρομαρτούντα της ζωής των άλλων.
Η απροθυμία να ψυχαγωγηθούμε με την κρεβατοκάμαρα των επωνύμων, πολιτικών ή αστέρων, με τα βίντεο από κρυφές κάμερες, τα διαδικτυακά «λαβράκια», τα παπαρατσικά στιγμιότυπα, ακόμη περισσότερο όταν αυτά αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα όρια της χυδαιότητας, η άρνηση να αναλώσουμε βουλιμικά «σάρκες» ανθρώπων σε μορφή στιλπνής φούσκας, αποτελεί όχι μόνο μια πολιτική θέση αλλά και μια φιλοσοφία ζωής. Στην καθημερινότητά μας υπάρχει οπωσδήποτε κάτι πιο βαθύ, πιο αγνό, ένα εντεύθεν κι ένα πέραν, που τη συνδέει με το ευρύτερο υγιές γίγνεσθαι. Ενας πυρήνας ευθυκρισίας, ορθοβουλίας και μέτρου, η βάση για να κατασκευάσει κανείς όχι κύκλους στην κόλαση αλλά νησίδες στέρεας, αξιοπρεπούς, μεστής ζωής. / Γράφτηκε: Τασούλα Καραϊσκάκη, Καθημερινή / 22.06.2014
ΥΓ: Η πολιτική και η δημοσιογραφία της κλειδαρότρυπας, δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Χρησιμοποιείται είτε για να διασυρθούν οι πολιτικοί αντίπαλοι, είτε για κάθε είδους εκβιασμούς, με στόχο την ολοκληρωτική εξόντωση μιας προσωπικότητας και την ισοπέδωση κάθε αξίας μέσα στην κοινωνία. Το αντάλλαγμα δεν είναι πάντα σαφές. Δεν αποσκοπεί πάντα στο χρήμα ή στο πολιτικό όφελος.
Αυτές οι πρακτικές εξαντλούνται περισσότερο στον κανιβαλισμό και στην ικανοποίηση της βαναυσότητας, παρά στο να φτάσουν σε ένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Δυστυχώς, αυτός ο κατήφορος δεν έχει τέλος. Επαναλαμβάνεται όταν κάποιοι τον χρησιμοποιούν αφού διαπιστώσουν ότι δεν έχουν πλέον άλλα όπλα να πολεμήσουν κι έρχονται αντιμέτωποι με την δική τους, προσωπική ανεπάρκεια.
Όσοι βάζουν την υπογραφή τους σε τέτοιες αθλιότητες, αποδεικνύουν για πολλοστή φορά ότι έχουν συνηθίσει να ζουν στον οχετό. Αυτό όμως, δεν αποτελεί μια απόδειξη κατά της πολιτικής, ούτε κατά της δημοσιογραφίας. Όσοι συνήθισαν να ζουν έτσι, θα συνεχίσουν, γιατί μόνον εκεί ανήκουν. Αιδώς.