ΤΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΥ*
Η έκβαση της πρόσφατης σύγκρουσης Ισραήλ-Ισλαμικής Τζιχάντ στις αρχές Αυγούστου ήταν γνωστή πριν καν αρχίσει. Από την πρώτη ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στη Γάζα στις 5/8, η Αίγυπτος είχε ήδη συζητούσε τους όρους κατάπαυσης του πυρός. Ουδείς, όμως, φανταζόταν ότι η συμφωνία που επετεύχθη τάχιστα με αιγυπτιακή διαμεσολάβηση θα δημιουργούσε κρίση στις σχέσεις Ισραήλ-Αιγύπτου, την πρώτη που σημειώνεται από την ανάληψη της εξουσίας από τον Πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι. Η κρίση συμπληρώνει τρεις εβδομάδες και εάν δεν λήξει σύντομα, το αποτύπωμά της ίσως αποδειχθεί σημαντικό.
– Το χρονικό της κρίσης
Τα ξημερώματα της 2/8 ο Μπασάμ Ασάαντι, ιστορικό στέλεχος της Ισλαμικής Τζιχάντ, συνελήφθη στην Δυτική Όχθη από τον ισραηλινό στρατό. Αμέσως η οργάνωσή του απαίτησε την απελευθέρωσή του. Το απόγευμα της 5/8 άρχισε η προληπτική ισραηλινή επιχείρηση «Χαραυγή» κατά της Ισλαμικής Τζιχάντ, ανοίγοντας ακόμα έναν κύκλο βίας με γνωστή κατάληξη. Ήδη από την αρχή της επιχείρησης, η αιγυπτιακή διπλωματία κατηγόρησε τους Ισραηλινούς ότι εάν μετρίαζαν τις αεροπορικές τους επιδρομές, η κατάπαυση του πυρός θα είχε επιτευχθεί πολύ νωρίτερα. Τρεις μέρες κράτησαν οι εχθροπραξίες και στις 7/8 επετεύχθη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, με την Αίγυπτο να λαμβάνει τα εύσημα για ακόμα μία φορά. Ωστόσο, το ζήτημα δεν έληξε εκεί.
Σε αντίθεση με όσα συνήθως επακολουθούν, από τις πρώτες ώρες εφαρμογής της κατάπαυσης του πυρός, παρατηρήθηκε διχογνωμία ως προς το ακριβές περιεχόμενο των όρων που συμφωνήθηκαν. Από πλευράς Αιγύπτου και Ισλαμικής Τζιχάντ δινόταν η εντύπωση ότι το Ισραήλ θα έδειχνε καλή πρόθεση, αφ’ ενός για να απελευθερωθεί άμεσα ο 33χρονος Χαλίλ Αουάουντε, στέλεχος της οργάνωσης που πραγματοποιούσε απεργία πείνας για πάνω από 150 μέρες διαμαρτυρόμενος για την κράτησή του στις ισραηλινές φυλακές χωρίς να έχει εκδοθεί κατηγορητήριο εναντίον του, και αφ’ ετέρου για να απελευθερωθεί «εν ευθέτω χρόνω» ο Μπασάμ Ασάαντι, που είχε συλληφθεί μία εβδομάδα νωρίτερα και κρατείτο. Αντιθέτως, και αφού η ηρεμία είχε αποκατασταθεί, ισραηλινοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι δήλωναν σε όλους τους τόνους ότι καμία τέτοια δέσμευση δεν είχε δοθεί και ότι η κράτηση ή μη των Αουάουντε και Ασάαντι δεν σχετίζονται με την κατάπαυση του πυρός που ήδη ίσχυε.
Την επομένη μάλιστα της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, ο ισραηλινός στρατός προχώρησε σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη Δυτική Όχθη συλλαμβάνοντας και σκοτώνοντας μέλη φράξιας του στρατιωτικού σκέλους της Φατάχ. Όπως διέρρευσε στα ισραηλινά μέσα, το γεγονός προκάλεσε περαιτέρω δυσαρέσκεια στο Κάιρο. Οι ενέργειες του ισραηλινού στρατού εξελήφθησαν ως «χαρακτηριστική αδιαφορία» προς τις παραινέσεις που φερόταν να είχε εκφράσει ο Αιγύπτιος Πρόεδρος σε τηλεφωνική του συνομιλία με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό, ένα 24ωρο μετά την υπογραφή της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, συστήνοντάς του να μειώσει την ένταση στην Δυτική Όχθη για να μην αναζωπυρωθεί το μέτωπο στη Γάζα.
Σε επίσημη ανακοίνωση του ιδιαίτερου γραφείου του Πρωθυπουργού Γιαΐρ Λαπίντ, παρότι ευχαριστούσε τον Πρόεδρο Αλ-Σίσι για τις καλές του υπηρεσίες, ξεκαθάριζε παράλληλα ότι το Ισραήλ «θα πράττει ό,τι θεωρεί απαραίτητο για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας». Η κρατική ισραηλινή τηλεόραση μετέδωσε στις 20/8 ότι «επήλθε πλήρης διακοπή επαφών» μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου, με τον διοικητή των αιγυπτιακών μυστικών υπηρεσιών Αμπάς Κάμελ να ακυρώνει επιδεικτικά την επίσκεψή του στο Ισραήλ που στόχευε στο τελικό ‘κλείσιμο’ των ζητημάτων που εκκρεμούσαν ως προς την εφαρμογή των συμφωνηθέντων για την κατάπαυση του πυρός. Ακολούθησε επίσκεψη-αστραπή στο Κάιρο του αρχηγού της ισραηλινής υπηρεσίας εσωτερικής ασφαλείας, Ρονέν Μπαρ, στις 22/8, η οποία μάλλον δεν επέλυσε την κρίση. Και ενώ επισήμως η Αίγυπτος τηρεί σιγή σε όλα τα επίπεδα, ο υπουργός άμυνας Μπένι Γκαντς, στις 23/8 παραδεχόταν επίσημα ότι υπάρχει κρίση στις σχέσεις με το Κάιρο, εκφράζοντας την ελπίδα ότι «θα ξεπεραστεί σύντομα».
Κάτι τέτοιο, όμως, δεν διαφαίνεται, αν ληφθούν υπ’όψιν πρόσφατες ισραηλινές κινήσεις. Συγκεκριμένα, ο απεργός πείνας Χαλίλ Αουάουντε, παρότι μεταφέρθηκε επειγόντως σε πολιτικό νοσοκομείο (κατόπιν έντονων αιγυπτιακών πιέσεων), απορρίφθηκε το αίτημά του για άρση της κράτησής του. Παράλληλα, την περασμένη Πέμπτη εκδόθηκε κατηγορητήριο κατά του Μπασάμ Ασάαντι, απομακρύνοντας το ενδεχόμενο να αφεθεί ελεύθερος στο άμεσο μέλλον. Έτσι, ενώ ο Πρωθυπουργός Γιαΐρ Λαπίντ και το υπουργείο εξωτερικών τηρούν αμετακίνητη στάση, απεναντίας, από πλευράς του υπουργού άμυνας Μπένι Γκαντς και των κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας, επιδεικνύεται διαλλακτικότητα – πλην όμως, τα περιθώρια ελιγμών είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένα.
Θα συμπέραινε κανείς ότι οι Ισραηλινοί «κοιτούν το δάκτυλο και όχι το δάσος». Μπορεί η στάση Λαπίντ να οφείλεται στη στάσιμη δημοσκοπική του απόδοση ενόψει εκλογών ή ακόμα και από την απειρία του να διαχειριστεί την πρώτη κρίση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει στη Γάζα. Ίσως όμως υπάρχει κάποια άλλη εξήγηση.
– Νέος ρόλος για την Τουρκία;
Στις 17 Αυγούστου Ισραήλ και Τουρκία αποκατέστησαν τις διπλωματικές τους σχέσεις και στις αρχές Σεπτεμβρίου υπολογίζεται να επανατοποθετήσουν τους πρέσβεις τους σε Άγκυρα και Τελ Αβίβ. Οι ισραηλινές ανακοινώσεις έκαναν λόγο για τα «καλά νέα που έρχονται στο εμπόριο και στον τουρισμό». Από την άλλη, ο Πρόεδρος Ερντογάν, αξιοποιεί τον απόηχο των βομβαρδισμών στη Γάζα και δηλώνει «πιστός φίλος του παλαιστινιακού λαού». Τη συγκυρία αξιοποίησε και ο Παλαιστίνιος Πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς και πραγματοποίησε αυτήν την εβδομάδα τριήμερη επίσημη επίσκεψη στην Άγκυρα. Στόχος του ήταν να διερευνηθεί εάν η Τουρκία θα θελήσει να αποκτήσει ρόλο στα τεκταινόμενα μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων.
Αξίζει να επισημανθεί ότι, προκειμένου να αποκατασταθούν πλήρως οι σχέσεις με το Ισραήλ, η Τουρκία, από τον περασμένο Μάρτιο και εντεύθεν, απομακρύνθηκε σταδιακά από την Χαμάς (ασχέτως εάν, εν τω μεταξύ, η Χαμάς ολοένα ‘καθεστωτικοποιείται’ χάρη στα -αμερικανικής εμπνεύσεως- μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, αφήνοντας την Ισλαμική Τζιχάντ μόνη της να βάλλεται από τους Ισραηλινούς).
Από την άλλη, η Ισλαμική Τζιχάντ, έχοντας απογοητευθεί από την συγκρατημένη στάση του Ιράν, αφήνοντάς την ‘ακάλυπτη’ όταν τα στελέχη της εκτελούνταν το ένα μετά το άλλο στις ισραηλινές επιδρομές, αναζητά νέο ‘πάτρωνα’ με την ελπίδα ότι η ιδεολογική-θρησκευτική συγγένεια που έχει με το ΑΚΡ, ίσως της προσφέρει νέες διεξόδους.
Τέλος, ενώ η Αίγυπτος απέδειξε επανειλημμένα πως διαχειρίζεται επιτυχώς ο,τιδήποτε προκύπτει στη Γάζα, δεν ισχύει το ίδιο ακριβώς για τα τεκταινόμενα στην Δυτική Όχθη. Αντιθέτως, η Τουρκία, κατά την τελευταία δεκαετία, παραμένει δημοφιλής στην εκεί παλαιστινιακή κοινωνία. Όταν μάλιστα σε δημοσκόπηση της παλαιστινιακής δεξαμενής σκέψης JMCC (Jerusalem Media & Communication Centre) και του Friedrich Erbert Stiftung, που δημοσιεύθηκε στις 16/8, η κοινή γνώμη σε Δυτική Όχθη και Γάζα αναδεικνύει ως δημοφιλέστερο διάδοχο του Προέδρου Αμπάς τον Μαρουάν Μπαργκούτι, που επί χρόνια κρατείται στις ισραηλινές φυλακές, ουδείς αποκλείει το ενδεχόμενο η διακυβέρνηση Λαπίντ, και μάλιστα σε συνεργασία με το προεδρικό περιβάλλον στη Ραμάλα, να αποζητήσουν την συνδρομή της Τουρκίας (!) προκειμένου να βρεθεί η κατάλληλη προσωπικότητα που θα αναλάβει προεδρικά καθήκοντα στην Παλαιστινιακή Αρχή, όταν έρθει η ώρα.
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτήν τη συλλογιστική, εύλογα εξηγείται η ακαμψία του Γιαΐρ Λαπίντ ως προς τις απαιτήσεις της Αιγύπτου, θέλοντας ίσως να βολιδοσκοπήσει εάν εν τέλει η Τουρκία θα είναι εκείνη που θα μπορέσει να αναδιαμορφώσει τους συσχετισμούς στην Δυτική Όχθη – με πρώτο τεστ την επίλυση του ζητήματος που προέκυψε για την απελευθέρωση του απεργού πείνας και στελέχους της Ισλαμικής Τζιχάντ, Χαλίλ Αουάουντε μιας και εάν ο θάνατός του επέλθει υπό τις παρούσες συνθήκες κράτησης, οι εξελίξεις θα είναι δραματικές.
Όσο, λοιπόν, διατηρείται η ψυχρότητα Ισραήλ-Αιγύπτου, τόσο θα αυξάνονται οι πιθανότητες να αναλάβει πλέον η Τουρκία το ρόλο του ‘ώριμου διαμεσολαβητή’ μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων, αρχικά στην Δυτική Όχθη – και ίσως μετέπειτα, ακόμα και στη Γάζα.
*Ο δρ. Γαβριήλ Χαρίτος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο ισραηλινό Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν. Είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ (Πρόγραμμα Μεσογείου).
Δημοσιεύτηκε: ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ 28/8/2022