Η ελληνική οικονομία έχει σίγουρα πολύ δρόμο να διανύσει τα επόμενα χρόνια για να βρεθεί στον πυρήνα των πιο αναπτυγμένων χωρών της Ευρωζώνης , αν και απέναντι στις διαδοχικές και πολυεπίπεδες κρίσεις των τελευταίων ετών έχει επιδείξει αντοχές. Το 2022 είχαμε ρυθμό ανάπτυξης διπλάσιο από τον μέσο ευρωπαϊκό και φέτος αναμένεται τριπλάσιος, δηλώνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, Γιώργος Καρανίκας, μιλώντας στο News-Politics.
O πρόεδρος της ΕΣΕΕ σχολιάζει, μεταξύ άλλων, την πορεία της οικονομίας, το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την αύξηση του κατώτατου μισθού και τις διαδικτυακές αγορές, στην πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που ακολουθεί.
ΓΡΑΦΕΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΧΑΛΚΙΤΗ
-Η κυβέρνηση υποστηρίζει πως παρά τις γεωπολιτικές αναταράξεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια, η ελληνική οικονομία δείχνει ανθεκτικότητα. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Η ελληνική οικονομία έχει σίγουρα πολύ δρόμο να διανύσει τα επόμενα χρόνια για να βρεθεί στον πυρήνα των πιο αναπτυγμένων χωρών της Ευρωζώνης. Υπολειπόμαστε στο επίπεδο των μισθών και της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών και χρειαζόμαστε ένα αναπτυξιακό μοντέλο που θα συμπεριλάβει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις για να στηρίξουμε την ψηφιακή τους μετάβαση και εξωστρέφεια, καθώς και την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή. Από την άλλη πλευρά, απέναντι στις διαδοχικές και πολυεπίπεδες κρίσεις των τελευταίων ετών η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει αντοχές. Είχαμε το 2022 ρυθμό ανάπτυξης διπλάσιο από τον μέσο ευρωπαϊκό και φέτος αναμένεται τριπλάσιος. Ο τουρισμός φθάνει και ξεπερνάει τα επίπεδα προ της πανδημίας παρά τις αβεβαιότητες στη διεθνή συγκυρία. Αυτά όλα δεν είναι αμελητέα, ωστόσο υπάρχουν διαχρονικές παθογένειες στα ζητήματα υποδομών και ανισότητες στο τρόπο διάχυσης των οφελών στην αγορά και την κοινωνία που πρέπει να αμβλυνθούν με στοχευμένες πολιτικές χρηματοδότησης και ψηφιοποίησης, ώστε να μιλάμε για ένα βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο.
-Η σταθερή πορεία και η ανθεκτικότητα στην οικονομία, αποτυπώνεται θετικά στην επιχειρηματικότητα και στον κλάδο του εμπορίου ειδικότερα;
Υπάρχουν σημαντικές δυνατότητες αλλά και μεγάλες προκλήσεις για τις επιχειρήσεις και ειδικά για τις εμπορικές ΜμΕ. Η Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου της ΕΣΕΕ ανέδειξε την “τριπλή παγίδα”, των συρρικνωμένων κύκλων εργασιών, του αυξημένου λειτουργικού κόστους και του διογκούμενου ιδιωτικού χρέους. Παρατηρούμε ότι, παρότι ο κύκλος εργασιών στο εμπόριο ενισχύεται, η αύξηση αυτή είναι σε μεγάλο βαθμό τεχνητή λόγω των πληθωριστικών πιέσεων και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν επαρκεί για να καλύψει τα υψηλότερα λειτουργικά έξοδα. Για τους Έλληνες εμπόρους, τα κυριότερα προβλήματα σχετίζονται με την παρούσα συγκυρία, δηλαδή με τις ανατιμήσεις του κόστους ενέργειας και την αύξηση του κόστους εμπορευμάτων από τους προμηθευτές. Από την άλλη πλευρά, η μείωση της καταναλωτικής δαπάνης, η φορολόγηση και η έλλειψη ρευστότητας παραμένουν “ανοιχτές προκλήσεις” για τη μικρή και μεσαία εμπορική επιχειρηματικότητα…
-Πόσο φιλικό είναι το οικονομικό περιβάλλον όσο αφορά στις χρηματοδοτήσεις, φορολογία κλπ. για το σύνολο των εμπορικών επιχειρήσεων, οι οποίες με τις κρίσεις των τελευταίων ετών καταρρακώθηκαν;
Τα επικαιροποιημένα μας στοιχεία δείχνουν ότι στην Ελλάδα έχουμε γύρω στις 720.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις που συνεισφέρουν στο 83% της συνολικής απασχόλησης και στο 56.7% της προστιθέμενης αξίας. Από αυτές, οι 680.000 επιχειρήσεις είναι micro επιχειρήσεις με 0 έως 9 απασχολούμενους. Απασχολούν συνολικά γύρω στο 1,5 εκατομμύρια εργαζόμενους. Κι όμως, δεν μπορούν να ενταχθούν στα περισσότερα χρηματοδοτικά εργαλεία, την ώρα μάλιστα που αγωνίζονται να σταθούν όρθιες απέναντι στην ενεργειακή κρίση. Νομίζω πως από μόνη της αυτή η επισήμανση καταδεικνύει ότι το οικονομικό περιβάλλον δεν ευνοεί τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, που είναι και οι πιο ευάλωτες. Και η μεγέθυνση του κλάδου το 2022 ευνόησε τις μεγαλύτερες σε μέγεθος επιχειρήσεις.Για τη συντριπτική πλειονότητα των εμπορικών επιχειρήσεων, που είναι ατομικές και πολύ μικρές, ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας απότομης και ενδεχόμενα σκληρής διολίσθησης. Περισσότερες από τις μισές εξ’ αυτών καταγράφουν μείωση στις πωλήσεις τους και ακόμη μεγαλύτερος αριθμός εμφανίζει αυξημένες ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία και τους προμηθευτές του. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και τα κονδύλια της νέας προγραμματικής περιόδου ΕΣΠΑ 2021-2027 χρειάζονται ανακατεύθυνση προς μια πιο συμπεριληπτική λογική, για όλες δηλαδή τις επιχειρήσεις, χωρίς αποκλεισμούς
-Πώς θα χαρακτηρίζατε τις διαδικτυακές αγορές, καταστροφή ή ευλογία; Ποιες επιχειρήσεις μπορούν να ωφεληθούν από αυτές;
Οι διαδικτυακές αγορές είναι η νέα πραγματικότητα που είναι πλέον «σύμφυτη» με την καθημερινότητα των καταναλωτών σε ολόκληρο τον πλανήτη. Οπότε δεν τίθεται ζήτημα «καταστροφής» ή «ευλογίας», αλλά προσαρμογής των ελληνικών εμπορικών ΜμΕ – με τη συνδρομή της Πολιτείας, και των πιστωτικών ιδρυμάτων – από το σημείο εκκίνησης του ψηφιακού μετασχηματισμού στο οποίο βρίσκεται η κάθε μία από αυτές. Το εμπορικό κατάστημα, φυσικό ή ψηφιακό, πρέπει να μάθει στο εξής να επενδύει με στρατηγικό σχεδιασμό στην αναβαθμισμένη αγοραστική εμπειρία μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας. Η πρόσφατη Έρευνα της ΕΣΕΕ για τη διασύνδεση Τουρισμού και Εμπορίου κατέδειξε την ανάγκη ψηφιοποίησης των μικρών, τοπικών επιχειρήσεων για να μπορέσουν να ενισχύσουν τα έσοδα τους με τα ηλεκτρονικά κανάλια πωλήσεων, στους αλλοδαπούς τουρίστες που θέλουν να αγοράσουν ελληνικά προιόντα και μετά την επιστροφή τους στη χώρα προέλευσης. Οι διαδοχικές κρίσεις δεν θα πρέπει να αποτελέσουν την αιτία για την επιβράδυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και της πράσινης μετάβασης των εμπορικών ΜμΕ. Η βελτίωση των ψηφιακών και πράσινων δεξιοτήτων των επιχειρηματιών αλλά και των εργαζόμενων σε ζητήματα όπως το ηλεκτρονικό εμπόριο, το ψηφιακό marketing αλλά και η βιωσιμότητα είναι απαραίτητη για τον ≪δίδυμο μετασχηματισμό≫ της εμπορικής επιχείρησης.
-Πως πιστεύετε ότι θα επιδράσει στην αγορά και την κατανάλωση η αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Απριλίου;
Θεωρούμε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα είναι θετική σε βάθος χρόνου για την αγορά καθώς μέρος της ενίσχυσης του εισοδήματος των εργαζομένων πάντα επιστρέφει στην κατανάλωση. Ωστόσο, παραμένει η ανάγκη των αντισταθμιστικών μέτρων που επανειλημμένα έχει ζητήσει η ΕΣΕΕ, ώστε να αντισταθμιστούν τα βάρη που προκύπτουν από τη σημαντική αύξηση των κατώτατων αποδοχών. Το κυριότερο από τα μέτρα που ζητάμε είναι η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, που αποτελεί ένα άδικο, οριζόντιο, μνημονιακό «χαράτσι» που επιβαρύνει ιδιαίτερα τους μικρούς εμπόρους και τους ελεύθερους επαγγελματίες. Δεδομένου ότι έχουμε μπροστά μας εθνικές εκλογές, θέλουμε να πιστεύουμε ότι στην πορεία του έτους θα υπάρξει ο δημοσιονομικός χώρος που θα επιτρέψει στην νέα κυβέρνηση να ικανοποιήσει αυτό το δίκαιο αίτημα.