Άννα-Μισέλ Ασημακοπούλου: Οι αποφάσεις της ΕE πρέπει να είναι αντάξιες της ισχύος και του κύρους της

Share

Το τελευταίο χρονικό διάστημα οι πολλαπλές προκλητικές και παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως η εισβολή στην ΒΑ Συρία και στο Β. Ιράκ, το σπάσιμο του εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, η μετατροπή της Αγιάς Σοφιάς σε τζαμί, η παρέμβαση και μεταφορά τζιχαντιστών στο Ναγκόρνο Καραμπάχ αλλά και οι πρόσφατες προκλήσεις στα Βαρώσια, έχουν προκαλέσει τις αντιδράσεις πολλών Ευρωπαϊκών χωρών.

Η Τουρκική προκλητικότητα, μεταξύ άλλων, έχει και ως στόχο την παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων δυο κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), της Ελλάδος και της Κύπρου, παράλληλα όμως θέλει να πλήξει το κύρος, την ισχύ και τον ηγετικό ρόλο της ΕΕ.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον προηγούμενο μήνα με συντριπτική πλειοψηφία υιοθέτησε για πρώτη φορά τροπολογία που κατέθεσε η Ελληνική και Κυπριακή Αντιπροσωπεία Ευρωβουλευτών απαιτώντας από το Συμβούλιο «αυστηρές κυρώσεις» ως απάντηση στις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας.

Σε αντίθεση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που έκανε το καθήκον του, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μας απογοήτευσε με τα πρόσφατα συμπεράσματά του, καθώς για άλλη μια φορά επέδειξε μια άτολμη στάση ως προς τη διαχείριση ενός πολύ σοβαρού ζητήματος εξωτερικής πολιτικής, διακινδυνεύοντας έτσι, την γεωπολιτική αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το Συμβούλιο έδωσε μια ακόμη πίστωση χρόνου στην Τουρκία προκειμένου να συμμορφωθεί μέχρι το Μάρτιο του 2021, εντέλλοντας τον Ύπατο Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, κ. Μπορέλ να εκπονήσει μια ολοκληρωμένη αποτίμηση της συνολικής σχέσης της ΕΕ με την Τουρκία, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας και κατ’ επέκταση την Τελωνειακή Ένωση (ΤΕ).

Οι συμβατικές εμπορικές σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας προκύπτουν μέσα από τρία κείμενα: την Τελωνειακή Ένωση, τη Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών για προϊόντα άνθρακα, σιδήρου και χάλυβα και τη Συμφωνία περί του καθεστώτος εμπορίας γεωργικών προϊόντων.

Η ΕΕ και η Τουρκία συνδέονται με στενούς εμπορικούς δεσμούς. Το 2019, η Τουρκία ήταν ο 5ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ και η ΕΕ ήταν ο 1ος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας στις εισαγωγές και εξαγωγές. Τα κέρδη τόσο για την ΕΕ όσο και για την Τουρκία είναι σημαντικά από το μεταξύ τους υφιστάμενο εμπορικό πλαίσιο, αλλά μεγαλύτερα για την Τουρκία σε ποσοστά, αλλά και αξία.

Από τα Ευρωπαϊκά κράτη η Γερμανία βρίσκεται στην κορυφή σε ότι αφορά τις Τουρκικές εξαγωγές και έπονται το ΗΒ, η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία.Η εφαρμογή της ΤΕ από το 1996 είχε θετικό αντίκτυπο και στις ελληνοτουρκικές εμπορικές σχέσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο. Παρόλο που από το 1996 και οι δύο χώρες κατάφεραν να αυξήσουν τις μεταξύ τους εξαγωγές, το μερίδιο της Ελλάδας στις συνολικές εξαγωγές της Τουρκίας είναι πολύ μικρότερο σε σύγκριση με το μερίδιο της Τουρκίας στις συνολικές Ελληνικές εξαγωγές.

Η λειτουργία της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας συζητήθηκε, κεκλεισμένων των θυρών, σε συνεδρίαση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οι αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαίωσαν ότι δεν υπάρχει μελέτη αποτίμησης του κόστους (ούτε σε επίπεδο ΕΕ ή Τουρκίας αλλά ούτε για κάθε κράτος μέλος), της αναστολής ή χαλάρωσης των εμπορικών σχέσεων.

Χάρη στην επιτυχημένη εξωτερική πολιτική της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, στην ΕΕ έχουν πλέον αναγνωρίσει ότι η Τουρκική παραβατικότητα και προκλητικότητα είναι Ευρωπαϊκή υπόθεση. Η διαφωνία έγκειται στο ποιος είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος να αντιμετωπιστεί. Η βασική επιχειρηματολογία όσων στην ΕΕ διαφωνούν με τις εμπορικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας είναι ότι η ΕΕ θα «πυροβολήσει το πόδι της» διότι θα έχει δυσανάλογο κόστος από την αναστολή της Τελωνειακής Ένωσης σε σχέση με τη «ζημιά» που θα υποστεί η Τουρκία. Τεκμαίρεται από αρκετές πηγές ότι ο εκσυγχρονισμός της Τελωνειακής Ένωσης (που έχει παγώσει επί του παρόντος) θα έχει πολλαπλά και μεγάλα οφέλη και για τις δυο πλευρές. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι το κόστος της αναστολής αυτής της σχέσης.

Ευελπιστώ λοιπόν ότι η έκθεση Μπορέλ θα μας παράσχει συγκεκριμένα στοιχεία προκειμένου να διαμορφώσουμε σαφή εικόνα σχετικά με τον οικονομικό και εμπορικό αντίκτυπο που δύναται να έχει τόσο η αναστολή, όσο και οι όποιες κυρώσεις επιβληθούν στην Τουρκία με βάση τις εμπορικές συμφωνίες μας. Θα έχει ενδιαφέρον να μάθουμε αν τα επιχειρήματα που επικρατούν στον μικρόκοσμο των Βρυξελλών (και όχι μόνο) είναι ορθά και συνολικά για την ΕΕ αλλά και για συγκεκριμένα κράτη μέλη. Εξάλλου, το καλύτερο επιχείρημα είναι πάντα η αλήθεια.